Ajith: Για τον Πόλεμο στην Ουκρανία
1ο
μέρος (28–02–2022)
Το πραγματικό ζήτημα του πολέμου της Ουκρανίας είναι η διαμάχη μεταξύ του
αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του από τη μια πλευρά, και του
ρωσικού ιμπεριαλισμού και του κινεζικού σοσιαλιμπεριαλισμού από την άλλη. Αυτό
που βλέπουμε είναι η εναλλαγή τακτικών κινήσεων εκατέρωθεν μέχρι την επίλυση
της διαμάχης μεταξύ των δύο, με την πρώτη να προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα
ιμπεριαλιστική τάξη και την δεύτερη να διατηρήσει την υπάρχουσα.
Ο στρατός του
Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία μετά από πολλή προετοιμασία. Οι Ηνωμένες
Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους το έχουν περιγράψει ως το αποτέλεσμα των
ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων του Πούτιν και μια κίνηση για την αποκατάσταση των
συνόρων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Από την πλευρά της, η ρωσική κυβέρνηση
έχει δηλώσει ότι δεν έχουν καμία πρόθεση να καταλάβουν την Ουκρανία. Αυτή η
«στρατιωτική επιχείρηση», λέει, έχει σκοπό να τερματίσει τις επιθέσεις της
Ουκρανίας κατά των δημοκρατιών του Λουγκάνσκ και του Ντονιέτσκ. Παράλληλα, η
Ρωσία λέει ότι θέλει να καταστρέψει τις ναζιστικές δυνάμεις που είναι τώρα
πολιτικά κυρίαρχες στην Ουκρανία και να την αποστρατικοποιήσει. Οι Ρώσοι ηγέτες
ισχυρίζονται ότι δεν έχουν στόχους πέρα από αυτούς.
Ενώ αυτές είναι
οι δηλωμένες θέσεις, οι πράξεις αυτών των εξουσιών διαφέρουν αρκετά. Αν και ο
Πούτιν ισχυρίστηκε ότι στέλνει τον στρατό του για να προστατεύσει τις
Δημοκρατίες στην περιοχή του Ντονμπάς, ο ρωσικός στρατός εξαπέλυσε την επίθεσή
του σε όλη την Ουκρανία. Οι τελευταίες ειδήσεις αναφέρουν τις κινήσεις της για
την κατάληψη της πρωτεύουσας, του Κιέβου. Από την άλλη πλευρά, ενώ οι ΗΠΑ και
οι σύμμαχοί τους έχουν μιλήσει πολύ για την υπεράσπιση της κυριαρχίας της
Ουκρανίας, δεν έχουν ταιριάξει τις δηλώσεις με τις πράξεις τους. Λίγες μέρες
πριν ξεκινήσει η εισβολή, ο Μπάιντεν είχε δηλώσει ρητά ότι οι ΗΠΑ δεν θα αποστείλουν
στρατεύματα σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης. Αυτό ήταν σχεδόν σαν να δίνουν το
πράσινο φως για τη ρωσική εισβολή. Αν και μετά την έναρξη του πολέμου επιβλήθηκαν
οικονομικές κυρώσεις, η παραπάνω στάση εξακολούθησε να ισχύει. Η στάση και των
άλλων μελών του ΝΑΤΟ είναι παρόμοια. Όλοι τους έχουν δηλώσει ξεκάθαρα ότι η
υποστήριξή τους θα είναι μόνο με τη μορφή στρατιωτικής βοήθειας.
Αν δούμε
προσεκτικά τις οικονομικές κυρώσεις, θα συμπεράνουμε ότι δεν είναι και τόσο
αποτελεσματικές. Η Ρωσία κατέχει ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά
αποθέματα στον κόσμο. Η οικονομία της έχει βελτιωθεί. Λέγεται, επίσης, ότι διαθέτει
ένα σύστημα χρηματοοικονομικών συναλλαγών το οποίο είναι ικανό να αναπληρώσει
σε έναν βαθμό τον αποκλεισμό από το SWIFT. Επιπλέον, έχει στήριξη από την Κίνα. Είναι αρκετά πιθανό να μπορέσει να
ξεπεράσει τις κυρώσεις, πράγμα το οποίο γνωρίζουν και όσοι τις επιβάλλουν.
Μπορεί καμία να καταλάβει
τη πραγματική φύση αυτών των κυρώσεων από το πως διαχειρίστηκε το ζήτημα του
αγωγού φυσικού αερίου Nord 2.
Η Γερμανία έχει πλέον παγώσει την έναρξη λειτουργίας του. Όμως, ένας άλλος
αγωγός, ο Nord 1, λειτουργεί
από το 2011. Περνάει και αυτός από τη Βαλτική Θάλασσα για να μεταφέρει ρωσικό
αέριο στη Γερμανία. Παραμένει σε λειτουργία, όπως και οι αγωγοί που διέρχονται
από την Ουκρανία. Οι περισσότερες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης
εξαρτώνται από το ρωσικό φυσικό αέριο και αυτές δεν έχουν επηρεαστεί από τις
κυρώσεις.
Επιπροσθέτως,
ρόλο στην άμβλυνση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας έπαιξαν και οι αντιθέσεις
μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων και των ΗΠΑ. Η Αμερική θέλει να κάνει τις
ευρωπαϊκές χώρες να σταματήσουν να παίρνουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία και να
στραφούν σε αμερικανικές και καναδικές πηγές. Αν και η παραπάνω πολιτική
παρουσιάζεται ως μέσο για να σταματήσει η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό
αέριο, η πραγματική στόχευση είναι να ενισχυθεί η εξάρτηση της Ευρώπης από τις
ΗΠΑ και να ανοίξει μια νέα αγορά για τις δεύτερες. Όμως, η Γερμανία και η
Γαλλία δεν είναι πρόθυμες να ακολουθήσουν.
Από όταν
διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ παλεύει να εγκαταστήσει
την απόλυτη κυριαρχία του στην Ευρώπη. Νωρίτερα περιοριζόταν από το Σύμφωνο της
Βαρσοβίας που ελεγχόταν από τον σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό. Η Ευρώπη είναι ουσιαστικής
σημασίας για την παγκόσμια κυριαρχία. Το ποιος την ελέγχει είναι κρίσιμο. Αυτό είναι κάτι που έχει επισημανθεί από τον Μάο Τσετούνγκ ήδη πολύ καιρό πριν. Προς το τέλος του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού, η Ρωσία συμφώνησε στη
διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας με τη διαβεβαίωση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα
επεκταθεί προς τα ανατολικά. Αλλά με τη διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης σε ξεχωριστές
ανεξάρτητες χώρες, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ αγνόησε την συμφωνία που είχε λάβει
μέρος και ξεκίνησε την επέκταση του ΝΑΤΟ. Στόχος του ήταν να διασφαλιστεί ο περιορισμός της Ρωσίας για πάντα. Από τότε μέχρι σήμερα, 14 νέες χώρες έχουν
ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, όλες από την Ανατολική Ευρώπη. Παρόλο που κάποιες από αυτές
είναι ταυτόχρονα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επί της ουσίας είναι πιο κοντά
στις ΗΠΑ.
Οι ιμπεριαλιστές
των ΗΠΑ πίστεψαν ότι είχε ξεκινήσει ο «αμερικανικός αιώνας» τους, χωρίς να έχει
απομείνει κανένας ικανός να τους αντισταθεί. Αλαζονικά δήλωναν ότι αποτελούν τη μοναδική δύναμη με απόλυτη ηγεμονία στον κόσμο. Καθοδηγούμενοι από αυτό το
σκεπτικό, εξαπέλυσαν πολέμους και επιδρομές σε όλο τον κόσμο,
συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης. Αυτό έγινε μονομερώς, περνώντας το μήνυμα ότι
όσοι πρόθυμοι ήθελαν να συνδράμουν μπορούσαν να ακολουθήσουν και όσοι εναντιώνονταν
απλώς θα αγνοούνταν. Το έκαναν χωρίς καν να προσπαθήσουν να λάβουν την επίσημη συγκατάθεση
του ΟΗΕ. Επιτέθηκαν στη Σερβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη, στη
Σομαλία και σε πολλές άλλες χώρες. Το ΝΑΤΟ μετατράπηκε σε δύναμη στρατιωτικής
επέμβασης σε όλο τον κόσμο που λειτουργεί υπό τη διοίκηση των ΗΠΑ, λειτουργώντας
εκτός της εποπτείας του ΟΗΕ.
Ωστόσο, η
αντίσταση που συνάντησε σε αυτές τις χώρες ανέτρεψε αυτούς τους στόχους. Δεν κατάφερε
να επιβάλει την επιταγή της πριν αποχωρήσει. Εγκλωβίστηκε σε ατελείωτους
πολέμους. Εκμεταλλευόμενες την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί, η Ρωσία και η
Κίνα έχτισαν την ισχύ τους. Η Κίνα μετατράπηκε σε ιμπεριαλιστική χώρα.
Ξεπερνώντας τις αδυναμίες της και η Ρωσία ανέκτησε μεγάλο μέρος της ισχύος της
υπό τον Πούτιν. Άρχισε να αντικρούει την επέκταση των ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη
και σε άλλα μέρη του κόσμου. Οι πόλεμοι στη Γεωργία, στο Αζερμπαϊτζάν και η στρατιωτική
της παρέμβαση στη Συρία για την προστασία του καθεστώτος Άσαντ είναι δείγματα αυτής
της ανακατανομής. Η εισβολή της στην Ουκρανία αποτελεί συνέχεια της παραπάνω
πολιτικής.
Αποδυναμωμένοι από
τους πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ και οι
σύμμαχοί του δεν ήταν σε θέση να αντισταθούν στον Πούτιν. Επιπλέον, κατά τη
διάρκεια της προηγούμενης περιόδου, ο ρωσικός ιμπεριαλισμός και ο κινεζικός
σοσιαλιμπεριαλισμός δημιούργησαν δομές όπως η Συνεργασία της Σαγκάης και το BRICS. Ξεκίνησαν να οικοδομούν έναν εναλλακτικό
διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο θα συνυπήρχε με το ΔΝΤ και την
Παγκόσμια Τράπεζα, τα οποία ελέγχονται από τις ΗΠΑ. Η Κίνα έγινε εξέχουσα πηγή
χρηματοδότησης και επενδύσεων για τις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Αγνοώντας την αντίρρηση
των ΗΠΑ, πολλές χώρες στην Ευρώπη άρχισαν να συμμετέχουν στις διεθνείς της
επιχειρήσεις. Αν και η Κίνα παραμένει πίσω από τις ΗΠΑ σε οικονομικό επίπεδο, η
αναπτυξιακή της δυναμική είναι πολύ μεγαλύτερη. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, έχει
αναδυθεί ένα πολυπολικό παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, πολύ πέρα από την αποκλειστική
εξουσία των ΗΠΑ. Αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει στην Ουκρανία είναι οι αντιθέσεις αυτού του
παγκόσμιου συστήματος να φτάνουν σε ένα τέλμα, βλέπουμε τις μοιραίες του απολήξεις.
Το πραγματικό
ζήτημα του πολέμου της Ουκρανίας είναι η διαμάχη μεταξύ του αμερικανικού
ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του από τη μια πλευρά, και του ρωσικού
ιμπεριαλισμού και του κινεζικού σοσιαλιμπεριαλισμού από την άλλη. Αυτό που
βλέπουμε είναι η εναλλαγή τακτικών κινήσεων εκατέρωθεν μέχρι την επίλυση της
διαμάχης μεταξύ των δύο, με την πρώτη να προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα
ιμπεριαλιστική τάξη και την δεύτερη να διατηρήσει την υπάρχουσα. Η κυριαρχία
της Ουκρανίας επί της επικράτειάς της δεν είναι δουλειά των ΗΠΑ ή των συμμάχων
τους. Ούτε η ανεξαρτησία των δημοκρατιών του Λουγκάνσκ και του Ντονιέτσκ είναι υπόθεση
της Ρωσίας. Και οι δύο αντίπαλοι ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για τη διατήρηση
και την βελτίωση των θέσεών τους στον μεταξύ τους παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Πρέπει να διαχωρίσουμε
τα εθνικά συμφέροντα του ουκρανικού λαού και του λαού των δημοκρατιών του
Ντονμπάς από αυτά αυτών των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Για την ώρα, αυτά τα
συμφέροντα υποτάσσονται στις κινήσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ωστόσο,
εξακολουθούν να έχουν τη δική τους αντικειμενική υπόσταση. Η παγκόσμια εμπειρία
διδάσκει ότι είναι δυνατό να αποκτήσουν έναν ανεξάρτητο ρόλο.
Η Ουκρανία είχε
παίξει σημαντικό ρόλο στη συγκρότηση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Τσάροι της αποστέρησαν την αυτοδιάθεσή της. Η Ρωσική Επανάσταση την αναγνώρισε και την έκανε
πραγματικότητα. Το 17% του ουκρανικού πληθυσμού είναι εθνικά Ρώσοι. Η ρωσική
κουλτούρα και λογοτεχνία της ασκούν επιρροή εδώ και αιώνες. Ως εκ τούτου,
υπάρχει ένας σημαντικός πληθυσμός ρωσόφωνων. Ενώ τα ρωσικά ήταν η επίσημη
γλώσσα της Σοβιετικής Ένωσης, τα ουκρανικά ήταν υποχρεωτικά στα σχολεία. Αυτό
ήταν απόρροια της λενινιστικής αντίληψης για τις εθνικές γλώσσες και πολιτισμούς. Ο Πούτιν, με την ιμπεριαλιστική σοβινιστική αλαζονεία του, έχει
καταδικάσει αυτή την πολιτική. Κατά την άποψή του, η ανατροπή της ρωσικής
αυτοκρατορίας που έχτισαν οι Τσάροι και η αναγνώριση της Ουκρανίας ως έθνος μαζί
με την αποδοχή της ουκρανικής ως ξεχωριστής γλώσσας, ήταν δύο από τα «εγκλήματα»
που διέπραξαν ο Λένιν και οι Μπολσεβίκοι. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ουκρανία δεν υπήρχε
πριν την αναγνώρισή της και τα Ουκρανικά ήταν απλώς μια διάλεκτος της Ρωσικής.
Έτσι, η αντίθεση μεταξύ του σχεδίου για την ηγεμονία του ρωσικού ιμπεριαλισμού
και των δίκαιων εθνικών αιτημάτων του ουκρανικού λαού είναι ένας από τους
παράγοντες που έπαιξαν ρόλο σε αυτόν τον πόλεμο. Ωστόσο, αν και η φιλοδοξία για
εθνική αντίσταση είναι σίγουρα προφανής, αυτή δεν έχει ακόμη χαράξει το δικό
της δρόμο, μακριά από τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και τους Ουκρανούς ηγεμόνες που
λειτουργούν ως πιόνια του.
Μετά την απόκτηση
της ανεξαρτησίας, οι νέοι άρχοντες της Ουκρανίας υιοθέτησαν μια καταπιεστική
πολιτική απέναντι στις εθνικές μειονότητες. Στο όνομα της ενίσχυσης της εθνικής
ταυτότητας, προωθούσαν ενεργά τον χειρότερο τύπο σοβινισμού. Η χρήση της
ρωσικής γλώσσας απαγορεύτηκε. Νωρίτερα υπήρχε νόμος που επέτρεπε τη χρήση μιας
γλώσσας που ομιλείται από την τοπική πλειοψηφία ως τοπική επίσημη γλώσσα. Αυτό
ακυρώθηκε το 2014. Αυτή η εθνική καταπίεση έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει
ακόμη και Ρώσους καλλιτέχνες, πολιτιστικές εκδηλώσεις και μουσική. Όλα αυτά
είχαν ένα σκληρό δεξιό πολιτικό περιεχόμενο. Ένας Ουκρανός ναζιστής ηγέτης, ο
οποίος είχε συνεργαστεί ενεργά με τις δυνάμεις του Χίτλερ ενάντια στη Σοβιετική
Ένωση την περίοδο του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, αναγνωρίστηκε ως εθνικός ήρωας.
Προφανώς, όλες αυτές οι πολιτικές και ενέργειας προκάλεσαν μεγάλη ανησυχία στις
περιοχές της χώρας που αποτελούνταν κατά πλειοψηφία από ρωσόφωνους. Η άποψη ότι
η απόσχιση είναι αναπόφευκτη εάν πρόκειται να διατηρηθεί η γλώσσα και ο
πολιτισμός τους άρχισε να αποκτάει έδαφος. Αυτό το αίσθημα, που ενισχύθηκε
περαιτέρω από το καθεστώς του Πούτιν, μετατράπηκε σε πραγματικότητα από τα
αυτονομιστικά κινήματα στο Λουγκάνσκ και στο Ντονιέτσκ. Το παραπάνω είναι ένας
ακόμα παράγοντας σε αυτόν τον πόλεμο. Η Ρωσία το χρησιμοποιεί. Παρομοίως με την
εθνική αντίσταση του ουκρανικού λαού, η εθνική αντίσταση της ρωσικής εθνικής
μειονότητας δεν έχει ακόμη χαράξει τον δικό της δρόμο.
Αυτές οι αντιθέσεις
είναι διαφορετικές από αυτές μεταξύ των ιμπεριαλιστών και των πιονιών τους.
Ένας από τους πόλους σε αυτά είναι οι λαοί. Ως εκ τούτου, περιέχουν τη δυναμική
να χαράξουν μια διαφορετική κατεύθυνση. Ένας μεγάλος αριθμός από τους ρωσόφωνους
αυτής της χώρας θεωρούν τους εαυτούς τους Ουκρανούς, παρά το ότι υποφέρουν υπό
την ηγεμονία της ουκρανικής άρχουσας τάξης. Οι ρίζες τους σε αυτή τη γη πάνε γενιές
πίσω. Και για εκείνους που μιλούν τα ουκρανικά, η ρωσική γλώσσα και πολιτισμός δεν είναι κάτι ξένο. Οι σοβινιστικές πολιτικές των κυβερνώντων
επηρεάζουν αρνητικά την κοινή πολιτιστική και κοινωνική ζωή των δύο λαών. Η
ουκρανική ταυτότητα έχει συνυφασμένα ρωσικά στοιχεία. Οποιαδήποτε προσπάθεια να
εξουδετερωθούν αυτά δια της βίας αλλά και η άρνηση της ουκρανικής ταυτότητας ως
διακριτής από τη ρωσική, είναι πράξεις αντίθετες στα συμφέροντα του λαού. Τέτοιες
ενέργειες δεν συμφωνούν με την αντικειμενική πραγματικότητα. Η ρίζα αυτής της
διχόνοιας βρίσκεται στην αντίθεση μεταξύ των συμφερόντων του λαού και των συμφερόντων των εκμεταλλευτών και καταπιεστών του. Γι' αυτό μπορεί καμία να πει
με σιγουριά ότι οι αντικειμενικές συνθήκες, ώστε τα πρώτα να εκφραστούν, εξακολουθούν να υπάρχουν. Οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις που γίνονται σε όλη τη
Ρωσία αποτελούν απόδειξη για το παραπάνω.
Όμως, αυτή δεν
είναι η βασική ουσία της συνολικής κατάστασης. Αν και τα δίκαια συμφέροντα των
διαφορετικών λαών αποτελούν μέρος αυτού του πολέμου, η διαμάχη μεταξύ των
ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι αυτό που υπερισχύει. Για την ώρα, αυτή είναι η
κύρια πτυχή που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Οι επαναστάτριες, οι προοδευτικοί, δεν
πρέπει να συντάσσονται με καμία πλευρά. Δεν πρέπει να εκφράσουν με αυτόν τον
τρόπο την αλληλεγγύη τους στον λαό της Ουκρανίας ή του Ντονμπάς. Αντιθέτως, θα
πρέπει να ξεμπροστιάσουν τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και να
υψώσουν τις φωνές τους για να σταματήσει αυτός ο ιμπεριαλιστικής-έμπνευσης
πόλεμος.
Οι πραγματικές
λαϊκές δυνάμεις στην Ουκρανία και στις Δημοκρατίες στο Ντονμπάς, θα πρέπει να
σηκώσουν το λάβαρο ενός ενιαίου αγώνα για μια νέα σοσιαλιστική χώρα που θα
εγγυάται την αυτοδιάθεση και τα δημοκρατικά δικαιώματα όλων των εθνικών
μειονοτήτων στην Ουκρανία. Θα πρέπει έτσι να διαφοροποιηθούν από τους
επιτιθέμενο, τον ρωσικό ιμπεριαλισμό και την άρχουσα τάξη που αντιπροσωπεύει το
πιόνι των ΗΠΑ Zelensky. Οι λαϊκές δυνάμεις στη Ρωσία θα πρέπει να εντείνουν την
αντίθεσή τους στη δική τους άρχουσα τάξη, απαιτώντας τη διακοπή του πολέμου και
την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο
μπορεί να δημιουργηθεί ένας νέος πόλος, ένας επαναστατικός πόλος.
2ο Μέρος
(01–03–2022)
Η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος στο Κίεβο που δεν θα επιτρέπει αντιρωσικές κινήσεις, η αποτροπή της επέκτασης του ΝΑΤΟ, η δημιουργία μιας νέας συνθήκης ασφάλειας/ειρήνης στην Ευρώπη που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα του ρωσικού ιμπεριαλισμού — [αυτοί] είναι οι πολιτικοί στόχοι του Πούτιν. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ προσπαθεί να δημιουργήσει μια συνθήκη όπου η Ρωσία δεν θα μπορεί να εκπληρώσει τους στόχους της χωρίς να χρειαστεί να καταλάβει τη χώρα ή να αναγκαστεί να πραγματοποιήσει μια παρατεταμένη στρατιωτική επέμβαση. Οι επόμενες μέρες θα μας δείξουν ποιος θα πετύχει τον στόχο του. Στο ενδιάμεσο, πολλά λακχ ανθρώπων θα πεθάνουν, θα τραυματιστούν, θα ακρωτηριαστούν, θα μείνουν άστεγοι, θα μείνουν χωρίς δουλειά. Τους περιμένει τρομερή δυστυχία. Κρορ ρουπίες, χρήματα και περιουσιακά στοιχεία, καίγονται σε αυτή την ιμπεριαλιστική διαμάχη. Χρήματα που απουσίαζαν όταν επρόκειτο για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, για τη θεραπεία των θυμάτων του, τώρα ρέουν σε αφθονία για να βρέξει θάνατο. Ιμπεριαλισμός σημαίνει πόλεμος και πάντα σκοτώνει, όπως και να έχει.
Τις τελευταίες δεκαετίες, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ προσπαθεί να επικεντρώσει τις δυνάμεις του ενάντιον της Κίνας. Επιμένει ότι οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα πρέπει να επωμιστούν το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών για την ασφάλεια της Ευρώπης. Παραπονιόταν συνεχώς ότι δεν κάνουν αρκετά για να μοιραστούν τα έξοδα του ΝΑΤΟ. Ο Τραμπ το πήγε ένα βήμα παραπέρα και δήλωσε ότι δεν θα είχε σημασία αν το ΝΑΤΟ διαλυόταν. Αυτό ήταν σύμφωνο με τις απόψεις μιας μερίδας της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ ότι η Αμερική θα έπρεπε είτε να επιλύσει είτε να «βάλει στον πάγο» τα προβλήματα που είχε με τη Ρωσία ώστε να αντιμετωπίσει την Κίνα. Αυτό όμως δεν είναι εφικτό. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει στο να χάσουν οι ΗΠΑ εντελώς τον έλεγχο στην Ευρώπη. Το ΝΑΤΟ δεν προοριζόταν να ελέγξει μόνο τη Σοβιετική Ένωση. Είχε επίσης στόχο να κρατήσει τη Γερμανία υπό έλεγχο. Αυτό παραμένει. Εδώ και αρκετό καιρό, η Γαλλία αιτείται τη συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής αμυντικής δύναμης. Εάν διαλυθεί το ΝΑΤΟ, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός στρατιωτικός οργανισμός με επικεφαλής τη Γαλλία και τη Γερμανία. Ένας τέτοιος οργανισμός θα μπορούσε να έρθει σε συνθήκη ειρήνης με τη Ρωσία. Η επέκταση του ΝΑΤΟ, η οποία προωθείται από τις ΗΠΑ, λαμβάνει και αυτή την πιθανότητα υπόψη, πέρα από εκείνη της περικύκλωσης της Ρωσίας. Το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί, ιδιαίτερα με μια ξανά-ανταγωνιστική Ρωσία να υπάρχει. Η Ρωσία είναι η κύρια απειλή για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η Γερμανία και η Γαλλία δεν θα επαρκούσαν για να αντιμετωπίσουν αυτήν την απειλή. Χρειάζονται την Αμερική για αυτό, και ως εκ τούτου, το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ επωφελούνται από αυτό για να διατηρήσουν το ΝΑΤΟ ενεργό, ενώ παράλληλα μειώνουν το δικό τους οικονομικό βάρος και το βάρος των στρατευμάτων τους στην Ευρώπη. Η ουκρανική κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν αναστατώσει το παραπάνω σε μεγάλο βαθμό.
Επιπλέον, η
πολιτική που επέλεξε να ακολουθήσει ο Μπάιντεν –που, σε πλήρη αντίθεση με τον
θόρυβο που έκανε, αποφεύγει μια άμεση στρατιωτική εμπλοκή– σίγουρα θα
προκαλέσει αμφιβολίες. Το αν και πόσο είναι εμπιστεύσιμες οι ΗΠΑ θα είναι
κεντρικό σε αυτό. Αυτό συμβαίνει όχι πολύ καιρό μετά τη δήλωση του Τραμπ κατά της
ύπαρξης του ΝΑΤΟ. Θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για πολλές ευρωπαϊκές χώρες
να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ίσως είναι καλύτερο να επισυνάψουν μια
συμφωνία με τη Ρωσία αντί να βασίζονται στην αμερικανική στρατιωτική ισχύ. Πολύ
πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, τόσο η Γερμανία όσο και η Γαλλία είχαν δηλώσει ότι η
Ρωσία είχε λογικές ανησυχίες για την ασφάλειά της και πως αυτές θα έπρεπε να ληφθούν
υπόψιν. Μετά την έναρξη του πολέμου, η Γαλλία κατέλαβε ένα ρωσικό εμπορικό
πλοίο. Η Γερμανία άρχισε να προμηθεύει όπλα στην Ουκρανία, αντιστρέφοντας την αρχική
της απόφαση να μην προμηθεύσει φονικό εξοπλισμό. Εκ πρώτης όψεως, οι παραπάνω
ενέργειες μοιάζουν να είναι το αποτέλεσμα υποβολής στην πίεση των ΗΠΑ. Ωστόσο,
θα μπορούσε επίσης να υποδηλώνουν μια προσπάθεια αυτών των χωρών να
εξασφαλίσουν την πρωτοκαθεδρία τους στην Ευρώπη, αξιοποιώντας τις ανησυχίες που
έχουν προκύψει σχετικά με τις πολιτικές των ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν
να αποσπάσουν την προσοχή τους από τον άμεσο στόχο της Κίνας, τουλάχιστον για
κάποιο χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα, έχουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της
αδυναμίας τους να επικεντρωθούν πλήρως στην Ευρώπη. Γιατί λοιπόν ο Μπάιντεν επέλεξε
αυτό το δρόμο; Αυτή η κίνηση υποδηλώνει απλώς τους περιορισμούς των
περιστάσεων; Ή μήπως η επιλογή έγινε συνειδητά, με πλήρη επίγνωση των πιθανών
συνεπειών; Υπάρχουν λόγοι να αμφιβάλλουμε. Όπως επισημάνθηκε νωρίτερα, ο
Μπάιντεν είχε δηλώσει πως δεν θα παραταχθούν στην Ουκρανία αμερικάνικα στρατεύματα, ενώ την ίδια ώρα ο Πούτιν συγκέντρωνε τον στρατό του στα σύνορα. Αυτό το έκανε για
να ωθήσει τη Ρωσία σε πόλεμο, να την παγιδεύσει εκεί και έτσι να διατηρήσει τον
αμερικάνικο έλεγχο στην Ευρώπη, ενώ αποδυναμώνει παράλληλα τη συμμαχία μεταξύ
Κίνας και Ρωσίας; Οι υπολογισμοί για την αντίσταση που θα προέκυπτε στην
Ουκρανία ίσως ήταν ένας παράγοντας που συνέβαλε στο να υιοθετηθεί αυτό το σχέδιο.
Αν και το μερίδιο των Ρώσων και ρωσόφωνων είναι αρκετά σημαντικό, ένας μεγάλος
αριθμός από αυτούς θεωρούν τους εαυτούς τους Ουκρανούς. Όταν οι κάτοικοι του
Ντονμπάς επέλεξαν να αποσχιστούν, ο Πούτιν προσπάθησε να κινητοποιήσει κάτι
παρόμοιο στις νότιες περιοχές της Ουκρανίας που είναι σε πλειοψηφία ρωσικές.
Αυτό απέτυχε. Ως εκ τούτου, οι κυβερνώντες των ΗΠΑ μπορεί κάλλιστα να κατέληξαν
στο συμπέρασμα ότι το εθνικό αίσθημα και η άμυνα που θα προέκυπταν ως
αποτέλεσμα μιας ρωσικής εισβολής θα μετατρέπονταν σε μια αντίσταση εντελώς μη-αναμενόμενη
από τον Πούτιν. Η όλη υπόθεση θα βοηθούσε επίσης στο να ξανασμίξει το ΝΑΤΟ.
Αυτοί οι παράγοντες μπορεί πολύ πιθανόν να ήταν εκείνοι που οδήγησαν τον
Μπάιντεν στο να κάνει τις επιλογές που έκανε.
Ωστόσο, υπάρχει
έντονη διαφωνία γύρω από αυτό μέσα στην ίδια την άρχουσα τάξη των ΗΠΑ. Ο Τραμπ,
ο οποίος τώρα εκθειάζει τον Ζελένσκι, νωρίτερα συνεχάρη τον Πούτιν. Αυτό δεν
ήταν απλώς μια άλλη περίπτωση της τρελής, ασταθούς συμπεριφοράς του.
Αντικατόπτριζε τη σκέψη ενός σημαντικού τμήματος στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα.
Μπορεί να άλλαξαν τη δημόσια στάση τους εν όψει της παγκόσμιας εναντίωσης στην
εισβολή της Ρωσίας και λόγω των αποτελεσμάτων που μπορεί να επιφέρει μια φιλοπόλεμη
στάση στις επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ. Όποιος και αν ήταν ο λόγος για το
παραπάνω, η αντιμετώπιση της Κίνας παραμένει το επίκεντρο της διεθνοπολιτικής
και στρατιωτικής στρατηγικής των ΗΠΑ.
Αν και δεν είναι
ακόμη επίσημα μέλος του ΝΑΤΟ, η Ουκρανία έχει ήδη δημιουργήσει μια επίσημη
«φιλία» μαζί του. Λόγω αυτού, πολεμικές ασκήσεις με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ πραγματοποιούνταν
επανειλημμένα. Σε μια πρόσφατη άσκηση, η δηλωμένη αποστολή ήταν εκπαίδευση για
την «ανάκτηση εδαφών που χάθηκαν λόγω αυτονομιστών που είχαν την στήριξη μιας
γειτονικής χώρας». Το τι εννοούσαν με αυτό δεν θα μπορούσε να είναι πιο
προφανές. Η επιτυχία του Αζερμπαϊτζάν, με τη μικρή στρατιωτική δύναμή του, στο
να καταλάβει το Ναγκόρνο-Καραμπάχ με την επιστράτευση μη-επανδρωμένων
αεροσκαφών παρείχε ένα σημαντικό υπόβαθρο για το πως θα κινούνταν αυτή η πολεμική
άσκηση. Είναι πολύ πιθανό ο Πούτιν να αποφάσισε να δράσει χωρίς καθυστέρηση εξαιτίας
αυτών των εξελίξεων. Μπορεί επίσης να θεώρησε ότι οι ΗΠΑ δεν θα έδειχναν μεγάλο
ενδιαφέρον λόγω της ενασχόλησής τους με την Κίνα.
Ο Πόλεμος αποτελεί συνέχεια της Πολιτικής. Η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος στο Κίεβο που δεν θα επιτρέπει αντιρωσικές κινήσεις, η αποτροπή της επέκτασης του ΝΑΤΟ, η δημιουργία μιας νέας συνθήκης ασφάλειας/ειρήνης στην Ευρώπη που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα του ρωσικού ιμπεριαλισμού — [αυτοί] είναι οι πολιτικοί στόχοι του Πούτιν. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ προσπαθεί να δημιουργήσει μια συνθήκη όπου η Ρωσία δεν θα μπορεί να εκπληρώσει τους στόχους της χωρίς να χρειαστεί να καταλάβει τη χώρα ή να αναγκαστεί να πραγματοποιήσει μια παρατεταμένη στρατιωτική επέμβαση. Οι επόμενες μέρες θα μας δείξουν ποιος θα πετύχει τον στόχο του. Στο ενδιάμεσο, πολλά λακχ [lakh = μονάδα στο ινδικό σύστημα αρίθμησης ίση με 100.000, γράφεται 1,00,000] ανθρώπων θα πεθάνουν, θα τραυματιστούν, θα ακρωτηριαστούν, θα μείνουν άστεγοι, θα μείνουν χωρίς δουλειά. Τους περιμένει τρομερή δυστυχία. Κρορ [crore = μονάδα στο ινδικό σύστημα αρίθμησης ίση με 10 λακχ, γράφεται 1,00,00,000] ρουπίες, χρήματα και περιουσιακά στοιχεία, καίγονται σε αυτή την ιμπεριαλιστική διαμάχη. Χρήματα που απουσίαζαν όταν επρόκειτο για την αντιμετώπιση του κορονοϊού, για τη θεραπεία των θυμάτων του, τώρα ρέουν σε αφθονία για να βρέξει θάνατο. Ιμπεριαλισμός σημαίνει πόλεμος και πάντα σκοτώνει, όπως και να έχει.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι Ουκρανοί μισούν τη ρωσική εισβολή. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, δεν έχει υπάρξει κάποια ένδειξη ότι η εναντίωση του λαού στην εισβολή παίρνει τη μορφή ένοπλης αντίστασης η οποία να είναι ανεξάρτητη από το καθεστώς Ζελένσκι. Εάν ο πόλεμος παραταθεί, εάν οι άνθρωποι αναγκαστούν να ζουν υπό ρωσική κυριαρχία στις περιοχές που καταληφθούν, κάτι τέτοιο σίγουρα θα προκύψει. Επιπλέον, ακόμη κι αν ο Πούτιν καταφέρει να δημιουργήσει ένα καθεστώς-μαριονέτα στο Κίεβο, η Ουκρανία δεν θα δει ειρήνη. Σίγουρα μπορούμε να αναμένουμε αντίσταση και ανταρτοπόλεμο εναντίον του. Έτσι, ό,τι και να γίνει, η Ρωσία θα παγιδευτεί εκεί πέρα. Ισχυρά αντιπολεμικά αισθήματα και διαδηλώσεις εμφανίζονται και σε αυτή τη χώρα. Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο ανάμεσα στους νέους. Ο φιλοπόλεμος ρωσικός εθνικισμός που αναπτύχθηκε με την ενεργό συμμετοχή της ρωσικής χριστιανικής εκκλησίας απέτυχε να εμποδίσει το αντιπολεμικό αίσθημα. Αυτές οι διαμαρτυρίες θα δώσουν ακόμα πιο πολύ δύναμη στην αντίσταση στην Ουκρανία. Θα αποδυναμώσουν επίσης τον ουκρανικό σοβινισμό που ενθαρρύνεται από τον Ζελένσκι και τους συμμάχους του. Ο πόλεμος έχει πυροδοτήσει μια νέα πολιτική αφύπνιση στη Ρωσία. Εάν ο πόλεμος παραταθεί, εάν ο Πούτιν αποτύχει να επιτύχει τους πολεμικούς του στόχους εντός του αναμενόμενου χρόνου, εάν η αντίσταση στην Ουκρανία ισχυροποιηθεί και προκαλέσει μεγάλες απώλειες στον ρωσικό στρατό, μπορεί κάλλιστα να φέρει το τέλος της διακυβέρνησής του.
Ο κόσμος μπαίνει σε μια περίοδο μεγάλης αναταραχής. Στο παρελθόν, για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια της διαμάχης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων —με το ένα ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο να βρίσκεται υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και το άλλο υπό τον σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό— οι λαοί του κόσμου συνήθιζαν να αντλούν έμπνευση από τις πολιτικές και διπλωματικές παρεμβάσεις της σοσιαλιστικής Κίνας και της Αλβανίας και το επαναστατικό μήνυμα που δινόταν μέσω αυτού. Οι επαναστατικοί αγώνες που συνεχίστηκαν ή εμφανίστηκαν ακόμη και μετά την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην Κίνα έπαιξαν αυτόν τον ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα δεν υπάρχουν σοσιαλιστικές χώρες. Οι επαναστατικοί αγώνες υπό την ηγεσία των κομμουνιστικών κομμάτων είναι ελάχιστοι. Το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα είναι ακόμα αδύναμο. Επομένως, η μεταστροφή αυτής της αναταραχής προς την επανάσταση είναι ένα επίπονο έργο. Ωστόσο, υπάρχει και κάτι άλλο. Αυτό είναι η αλλαγή που συνέβη στη συνείδηση των μαζών. Η αλλαγή που επήλθε ως αποτέλεσμα των εμπειριών τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς. Τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, η ανικανότητα των κυβερνώντων και η απάνθρωπη προσέγγισή τους εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα. Ο κόσμος κατάλαβε ότι η απώλεια εκατομμυρίων ζωών οφείλεται πιο πολύ στα παραπάνω παρά στον ίδιο τον ιό. Υπάρχει λοιπόν μια ευρέως διαδεδομένη σκέψη στον κόσμο ότι δεν μπορεί να εμπιστευτεί τους κυβερνώντες, ότι η αλήθεια βρίσκεται πέρα από αυτό που εκείνοι δηλώνουν. Ένα αντικρατικό, αντικυβερνητικό αίσθημα και αντίσταση παρατηρούνται σε πολλές χώρες. Αρκετά συχνά παίρνει την μορφή ταραχών. Σε αυτήν την κατάσταση, οι αντιδραστικές μεριές προβάλλουν αντιφατικούς ισχυρισμούς. Εάν οι κομμουνιστικές δυνάμεις, οι προοδευτικοί, εστιάσουν στο να εκθέσουν τα στενά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που κρύβουν αυτοί οι ισχυρισμοί και αφυπνίσουν τους ανθρώπους, εκείνοι θα καταλάβουν γρήγορα την αλήθεια. Αν και αυτές οι δυνάμεις βρίσκονται σε αδύναμη κατάσταση, θα μπορέσουν να μετατρέψουν αυτή την αναταραχή υπέρ της επανάστασης. Υπάρχει κάθε δυνατότητα να γίνει αυτό. Πρέπει να προχωρήσουν σε μια κατεύθυνση που θα το κάνει πραγματικότητα μέσα από σωστές πολιτικές θέσεις και πρακτική. Το να σερνόμαστε πίσω από οποιονδήποτε από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνιστές ισοδυναμεί με απώλεια αυτής της ευκαιρίας.
Ο K. Murali (γνωστός και ως Ajith), είναι κομμουνιστής φιλόσοφος και ηγετικό στέλεχος του ΚΚΙ (μαοϊκού). Από το 2015 μέχρι σήμερα βρίσκεται στις φυλακές του βραχμανικού φασιστικού κράτους της Ινδίας.
Comments
Post a Comment